- αξιοπαρατήρητος
- -η, -οάξιος για παρατήρηση, για προσοχή: Αξιοπαρατήρητη είναι η ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας στη χώρα μας.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
αξιοπαρατήρητος — η, ο αυτός που αξίζει να τον παρατηρήσει κανείς, να τον εξετάσει με προσοχή, ο σημαντικός … Dictionary of Greek
άξιος — Ποταμός τηςΜακεδονίας με συνολικό μήκος 410 χλμ., από τα οποία τα 80 βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος, και λεκάνη απορροής 22.250 τ. χλμ., από τα οποία 2.300 βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος. Πηγάζει από το όρος Σκάρδος, στα Α των συνόρων Αλβανίας και… … Dictionary of Greek
αξιοθέατος — η, ο (Α ἀξιοθέατος κ. ιων. ητος, ον) άξιος θέας, αξιοπαρατήρητος νεοελλ. (το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.) τα αξιοθέατα αυτά που παρουσιάζουν ενδιαφέρον σε έναν τόπο, τα μέρη ή οι χώροι που αξίζει να επισκεφθεί ή να δει κάποιος. [ΕΤΥΜΟΛ. < άξιος +… … Dictionary of Greek
παράσημος — ον, Α 1. αυτός που δηλώνεται με ψεύτικο σημάδι, αυτός που δεν είναι γνήσιος, ο νόθος, ο ψεύτικος 2. αυτός που σημειώνεται στο περιθώριο 3. αυτός που δείχνει, που φανερώνει κάτι, ενδεικτικός 4. επίσημος, γνωστός, περίφημος για κάτι 5. αξιόλογος,… … Dictionary of Greek